Η δεύτερη μέρα του τρίτου Death Disco Open Air Festival, περιείχε αρκετές συγκινήσεις και όμορφα συναισθήματα να πλανώνται και φυσικά μερικές αξέχαστες και φορτισμένες εμφανίσεις.
Τους Incirrina προσπαθώ να τους βλέπω όποτε μου δίνεται η ευκαιρία γιατί η πρώτη μου επαφή μαζί τους ήταν όταν άνοιγαν τη συναυλία των Front 242, με έκανε να γράψω: «Οι INCIRRINA έχουν τον original minimal dark synth ήχο που για μένα τουλάχιστον είναι ο ήχος της Αθήνας των ‘20’ς και έκαναν μια ολιγόλεπτη εμφάνιση-βάλσαμο. Η ομορφιά του ακατέργαστου, αναλογικού ηλεκτρονικού ήχου τους με κατέκτησε από τα πρώτα λεπτά και μέχρι το τέλος τα τραγούδια τους θα έμπαιναν στις προσωπικές μου λίστες για ακρόαση περιδιαβαίνοντας την πόλη».
Έτσι ήταν ο κύριος λόγος να πάω νωρίς στην Τεχνόπολη και για να το κάνω σημαίνει πολλά για την εκτίμηση που έχω για το ντουέτο.
Μέσα στον ήλιο. Ένα ιδανικό δροσερό Κυριακάτικο απόγευμα, που κάποιος θα προτιμούσε να χαρεί ακούγοντας ελαφρύτερη μουσική, στη σκηνή της Τεχνόπολης, τα θερμά αναλογικά synthesizers, η ονειρική, θλιμμένη αλλά τόσο comforting ροή των μελωδιών των τραγουδιών του δίδυμου και η φωνή που, πάνω απ’ όλα, έδινε την απαραίτητη ώθηση στους ρυθμούς και στις μελωδίες για να μας υπενθυμίσουν, ότι η μουσική δεν είναι μόνο για πόζα, έπαρση και αξεσουάρ. Είναι εδώ για να ανοίγει μονοπάτια ή να φωτίζει καλύτερα τις διόδους προς τα ξέφωτα. Ισχύει κάθε λέξη από όσα είχα γράψει για την πρώτη φορά που τους είδα και ότι τα: ''London'', ''Presence'' και το ελληνόφωνο ''ΚΡΥΦΟ'' κέρδισαν τις εντυπώσεις με τον παλμό και την ορμή τους. Ήταν η καλύτερη εμφάνιση τους, η πιο συνεκτική και η πιο δυναμική από αυτές που έχω δει. Το σχήμα αποτελεί εδώ και καιρό μια πολύ σπουδαία δύναμη στο χώρο της εγχώριας σκηνής και οφείλουμε να τους υποστηρίξουμε.
Η μετάβαση στην Dreadbox σκηνή είχε την πρώτη έκπληξη της εκδήλωσης για μένα. Οι SPIRITUAL FRONT είναι μια Ιταλική μπάντα που ηχογράφησε το πρώτο της άλμπουμ το 1999 αλλά δεν γνώριζα καθόλου μέχρι να τους δω μπροστά μου. Βέβαια είχε προηγηθεί ζέσταμα με ακρόαση κάποιων τραγουδιών τους αλλά και μερικών διασκευών στα πεταχτά. Η live εμπειρία όμως αποδείχθηκε πιο «διαφωτιστική».
Η μουσική τους παλέτα επεκτείνεται από folk και σερφ επιρροές μέχρι πιο σκοτεινή ποπ και ροκ, με ελαφρές προσμίξεις από tango και flamenco, μείγμα, που ανάλογο του, είχα να ακούσω από την πρώτη επαφή με τους Tindersticks. Το τι θύμιζαν δεν είναι μεγάλη υπόθεση εδώ γιατί η αεικίνητη και στιλάτη φιγούρα του Simone Salvatori με έπεισε άμεσα ότι η αισθητική του κάποτε κουιντέτου αλλά πλέον τρίο, δεν ήρθε από αντιγραφή και συγκόλληση αλλά από αγάπη για τους μουσικούς και σκηνοθέτες που τους άρεσαν αλλά και τα έργα τους που έδιναν ένα τόνο χρώματος σε έναν ασπρόμαυρο κόσμο αλλά όχι ο ασπρόμαυρος κόσμος του Ιταλικού νεορεαλισμού που ήταν εμφανής επιρροή με την ταινία που παιζόταν σαν οπτική προσθήκη του σώου τους αλλά και με το όνομα ενός από τα άλμπουμ τους: ''Rotten Roma Casino''.
Ο κόσμος τους, ανήκει στην ρομαντική ματιά όπου το έντονο, το παθιασμένο, το υπερβολικό και το ευάλωτο οδηγούν στο ακραίο αλλά και στο διαφορετικό που απαγκιστρώνει από την βαρετή πλευρά της πραγματικότητας. Κατάφεραν να ενθουσιάσουν τους οπαδούς τους αλλά και να με κερδίσουν γιατί με επανάφεραν σε έναν ηχητικό κόσμο που νόμιζα ότι ανήκει στα στενά όρια του προηγούμενου αιώνα αλλά τελικά φάνηκε ότι υπάρχει έντονη ανάγκη να επανέλθει στις μέρες μας. Έπαιξαν μερικά τραγούδια που τα αναγνώρισα και την επόμενη (''Jesus Died In Las Vegas'', ''Slave'', ''I Walk The (Dead) Line'' κλπ) αλλά και το ''There Is A Light That Never Goes Out'' των THE SMITHS που χωρίς να φτάνει το πρωτότυπο, προκάλεσε έντονη συγκίνηση.
Μία εμφάνιση που καταχάρηκα και απόλαυσα μέχρι το τέλος, ενώ αρκετοί έφευγαν προς το τέλος του σετ για να προλάβουν τους KLANGSTABIL που εμφανιζόντουσαν εκείνη τη στιγμή. Τους συνάντησα κι εγώ αργότερα αλλά έπρεπε να εγκλιματιστώ για κάποια λεπτά γιατί αυτό που έβλεπα και άκουγα ήταν κάτι το τελείως διαφορετικό. Το Γερμανικό ντουέτο βρίσκεται στο προσκήνιο από το 1994 και έχουν να βγάλουν άλμπουμ από το 2015. Φέτος κυκλοφόρησε η συλλογή ''Chronik'' με τραγούδια μεταξύ 2004-2015 και ταυτόχρονα ξεκίνησαν συναυλίες ανανεωμένοι και με διάθεση να επανεμφανιστούν σε ένα νεότερο κοινό. Η εμφάνιση τους ήταν αρκετά λιτή, με ρυθμική κατεύθυνση και φάνηκε ότι κέρδισαν την εκτίμηση τόσο των ακροατών που τους ήξεραν όσο και των υπόλοιπων. Επίσης μετά το πέρας της εμφάνισης, έβαλα στο πρόγραμμα να ακούσω περισσότερα από αυτό το ντουέτο. Οι κατευθύνσεις τους δεν μου είναι ξένες, είναι πολύ οικείες και η εποχή κατάλληλη για τέτοια ακούσματα.
Προτελευταίο πέρασμα στην Dreadbox για τους βετεράνους και cult ήρωες του Γαλλικού post punk, τους CORPUS DELICTI οι οποίοι ήδη είχαν ξεκινήσει να εξαπολύουν ένα τελείως vintage ορθόδοξο goth punk ήχο που κουβαλούσε σχεδόν όλες τις αράχνες και νυχτερίδες ζωντανές από το 1992! Ένα σχήμα που διέλυσε το 1997 και επανήλθε το 2019, απαιτείται να το λάβει κανείς υπόψη αλλά δεν με τραβούσε ο ήχος εκείνη τη στιγμή και έτσι αποτραβήχτηκα στη κεντρική σκηνή γιατί μία από τις μουσικές μου ηρωίδες ήταν έτοιμη με την νέα της μπάντα να εμφανιστεί μετά από δεκαεπτά χρόνια μπροστά μας.
Από την τελευταία φορά που είδα την είδα, ο κόσμος δεν άλλαξε προς το καλύτερο, η μουσική της πορεία ήταν ενεργή αλλά όχι εμφανής και το 2020 αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας από τα οποία όμως συνήλθε και επανήλθε. Η χαρά μας που την ξανασυναντούμε ήταν εμφανής σε πολλούς από μας. Εμφανίστηκε μπροστά μας, 17 ολόκληρα και βασανισμένα χρόνια μετά την τελευταία της εμφάνιση, παρέα με μουσικούς που συνεργάζεται χρόνια τώρα για να μας συγκινήσει για άλλη μια φορά.
Η σχέση μου με την καλλιτεχνική της πορεία είναι σχέση ζωής. Από το 1984 μέχρι σήμερα η μουσική και τα ποιήματά της είναι πάντα εκεί για να με επαναφέρουν σε ισορροπία και ανασύνταξη. Για αυτή της την εμφάνιση άφησα όλα τα συναισθήματα να βγουν μπροστά και δεν με προβλημάτιζε ποια τραγούδια θα άκουγα και πως. Μας έχει μάθει ότι δεν είναι του τύπου της να αφήνει τις συνθέσεις της στο ίδιο περιτύλιγμα. Πάντα η μουσική που συνόδευε τα ποιήματα της δεν περιοριζόταν σε συγκεκριμένες ενορχηστρώσεις. Πάντα αποδεικνυόταν ευέλικτη και σχεδόν άμεσα την ακολουθούσαμε σε κάθε αλλαγή. Γιατί το αποτέλεσμα ήταν πάντα ξεχωριστό και ταιριαστό με τις εποχές μέσα σε αυτά τα 43 περίπου χρόνια που ακούμε τη μουσική της.
Όπως αποδείχτηκε και αυτή τη φορά, η Anne Clark στάθηκε σαν ψυχικός Φάρος ανάμεσα σε μας και την τρικυμία της παγκόσμιας κατάστασης, για να μας καθοδηγεί, να μας αγκαλιάζει με τους στίχους και τις μουσικές ενδυμασίες τους και να ηρεμεί, εμάς, τους ταραγμένους υπνοβάτες της Μητρόπολης όταν το χρειαζόμαστε ακόμα και αν δεν το ξέρουμε. Τα ποιήματα/τραγούδια που ακούσαμε ήταν μέσα στα πιο αγαπημένα μας, σε διαφορετικές, καλοδεχούμενες και πάλι.
Με μοναδική απλότητα, ευγένεια και σπάνια καλλιτεχνική ενσυναίσθηση χωρίς να χρησιμοποιεί τακτικές «ανάγνωσης του χώρου», η Anne Clark, εξάπλωσε ένα αδιατάρακτο, αόρατο πεδίο από Αγάπη, Συντροφικότητα, Μητρική προστασία, σε όλο το ακροατήριο, που ήταν στην ουσία, μία αόρατη συναισθηματική ασπίδα που μας περικύκλωνε σχεδόν θεραπευτικά. Όλο αυτό πήγαζε από την νηφαλιότητα της καλλιτέχνιδας, τη φωνή της, τους στίχους της και τη διάθεση των μουσικών να τους περιβάλλουν με τρυφερή, ζεστή μουσική, αληθινοί συμπαραστάτες και αρωγοί της καλλιτέχνιδας.
Υπήρχαν τραγούδια που ίσως να ήταν καλύτερα να τα άφηνε έξω (''Full Moon'', ''Now'', ''Heaven'') καθώς η ηλεκτρονική τους προσέγγιση τους πηγαίνει καλύτερα αλλά τελικά η εκτέλεση του ''Sleeper In Metropolis'' με ανάγκασε να αλλάξω οπτική γιατί αν ξέφευγαν από το ακουστικό όριο που είχε θέσει δεν θα είχαμε αυτό το θαύμα να μας περιβάλλει σε όλη τη διάρκεια. Δεν υπήρχε χώρος για ένταση, οργή και ρητορική. Πρώτα από όλα χρειαζόμαστε συναισθηματική σύνδεση, ενότητα πραγματική, συνειδητοποίηση και ισορροπία. Η Anne Clark είναι μία ήρεμη δύναμη. Αλλά μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε τις αντιθέσεις. Να μας δείξει και όχι να κραυγάσει. Να μας κάνει να δούμε και όχι να μας αναγκάσει ή να μας εξαναγκάσει να συνειδητοποιήσουμε το περιβάλλον μας και εμάς τους ίδιους. Ήταν μία σπάνια συναυλιακή εμπειρία αυτή η εμφάνιση. Από αυτές που η επίδραση τους κρατά μέρες και τα λόγια είναι φτωχά να περιγράψουν.
Αν δεν έπαιζαν οι CHAMELEONS μετά, ίσως να μην καθόμουν να δω τίποτε άλλο. Ήμουν πλήρης.
Ήμουν;
Οι CHAMELEONS εμφανίστηκαν σαν να ήταν το καλύτερο ροκ σχήμα στον κόσμο. Ξεκίνησαν με το απολαυστικό πρόσφατο σίνγκλ τους ''Where Are You?'' και νόμισα προς στιγμής ότι η ερώτηση απευθυνόταν σε μένα. Πού ακριβώς βρισκόμουν, μετά την εμφάνιση της Anne Clark, δεν είχε σημασία για τους πολλούς. Αλλά είχα επιστρέψει;
Το τονωτικότερο τραγούδι των CHAMELEONS τελικά, με έβγαλε έξω από την κατάσταση που ήμουν, σε δευτερόλεπτα. Το σχήμα εμφανίστηκε με όρεξη να ανταποκριθεί όπως ένα σωστό και απόλυτο headline σχήμα και όχι σαν την Σαββατιάτικη ντροπή του Peter Hook. Έχουν νέο άλμπουμ, οι περιοδείες τους πάνε από καλά έως πολύ καλά, οι Αμερικάνοι τους αγαπούν πολύ περισσότερο και η εμφάνιση τους ήταν απόδειξη ότι είναι μία μπάντα που ζει σε φάση νεότητας και πάλι. Περίμενα ένα λίγο πιο υποτονικό σετλιστ, αλλά ο Mark διάβασε σωστά το χώρο και το σχήμα έπαιξε με περισσότερη ζωτικότητα από ποτέ, όχι όλα τα αγαπημένα που άκουγα στις προηγούμενες εμφανίσεις τους, αλλά τα καλύτερα από το νέο τους ''Arctic Moon'' και σε ανυψωτικές εκτελέσεις τα παλιότερα που επέλεξαν.
Ήταν λες δεν το βαραίνουν 40 χρόνια καριέρας. «Μα τι συμφωνία έχουν κάνει;» σκέφτεσαι, αλλά μάλλον δεν είσαι οπαδός τους και σου διαφεύγει ακόμα ότι κάποιοι τα πάνε καλά με τον ώριμο εαυτό τους, χωρίς να καίγονται ή να επαναπαύονται. Η συγκίνηση από την Anne Clark είχε οδηγήσει σε μία διάθεση για ξέδομα, συναισθηματικό ξέδομα, και οι CHAMELEONS, μας «διάβασαν» καλά.
Είχα την αίσθηση ότι συμμετείχα όχι σε μία απλή συναυλία αλλά στο όνειρο μίας ροκ συναυλίας κομμένης και ραμμένης στα μέτρα μου. Είμαι οπαδός του σχήματος εδώ και 30 χρόνια. Έχασα τα δέκα πρώτα χρόνια τους γιατί κάποια κριτική παλιά τους σύγκρινε με τους U2 αλλά επανήλθα στα ‘90’ς και από τότε, είναι ένα σχήμα που γίνεται σημαντικότερο όσο τα χρόνια περνούν.
Βρίσκομαι να τραγουδάω το ''Swamp Song'' και το ''Saviors Are A Dangerous Thing'' σαν έφηβος, απλώνω τα χέρια στο ''Second Skin'' και αφιερώνω τη μελωδία σε όλους τους αγαπημένους μου ανθρώπους, αυτούς που έχασα στα χρόνια που πέρασαν, αυτούς που ήταν εκεί, αυτούς που ξαναβρήκα μετά από χρόνια, αυτούς που δεν ήταν και θα ήθελα να είναι. O Mark Burgess δεν παίζει σαν τυπικός ηλικιωμένος ρόκερ. Το ζει, το απολαμβάνει, το μεταδίδει. Η ενέργειά του παρόλα τα χρόνια του είναι ανόθευτη, δυναμική, και δείχνει νέος από ποτέ. Η μπάντα είναι μία μπάντα που δεν θα χαρακτηριστεί μπάντα βετεράνων αλλά ένα σχήμα που ζει το όνειρό του σαν να ξεκίνησαν χθες. Ήταν η καλύτερη τους εμφάνιση; Κατά μία έννοια, η οποία ίσως να τους αποφέρει και νέους οπαδούς, ναι. Αφήνουν τις αναμνήσεις να γλυκαίνουν τον ήχο τους αλλά δεν τις αφήνουν να κυριαρχούν όπως παλιότερα. Έχουν νέο υλικό. Ένα νέο κεφάλαιο έχει ανοίξει. Και για το καλό μας δεν πρέπει να κλείσει.
Όπως το φεστιβάλ καθαυτό. Οι άνθρωποί του έδωσαν τα πάντα και η διοργάνωση ήταν εξαιρετική. Για ένα αφοσιωμένο αλλά όχι τόσο μεγάλο κοινό όσο θα έπρεπε, αυτό το διήμερο ήταν ένα μουσικό δώρο μεγάλης συναισθηματικής αξίας. Βρέθηκα σε ένα διήμερο φεστιβάλ με ανθρώπους που ξέρει να εκτιμάει και να τιμά τη μουσική του και αυτούς που τη φτιάχνουν. Σε ένα φεστιβάλ με σχετικούς ακροατές και ακροάτριες που τα αυτιά τα έχουν στην ψυχή πρώτα και συντονίζεται με τους αγαπημένους του καλλιτέχνες απολαμβάνοντας κάθε νότα και στιγμή. Ας ελπίσουμε ότι αυτό το διήμερο θα συνεχίζεται κάθε χρόνο.
Σχόλια