Να είμαι
απολύτως ειλικρινής εδώ. Τους ALGIERS
δεν τους παρακολουθώ
στενά. Το πρώτο ομώνυμο άλμπουμ τους δεν το
άκουσα όταν έπρεπε. Το είδα στο νο.1 του
Mic.gr για το 2015 και
τότε «τσίμπησα». Αλλά και πάλι δεν ασχολήθηκα
σοβαρά. Με το δεύτερο τους άλμπουμ το 2017, έπεσα
μέσα στα πλάνα τους για επέκταση σε νέο
κοινό και ξετρελλάθηκα με το ομώνυμο
''Underside Of Power'', το
οποίο ήταν ένα εξαιρετικό ραδιοφωνικό
σινγκλ. Δεν
μπόρεσα να κολλήσω, ούτε και με αυτό το
άλμπουμ όμως γιατί αν και η πατέντα τους
μου αρέσει πολύ και έχει προοπτικές για
κάτι συγκλονιστικό εν τούτοις κολλάει
ακόμα στην εφαρμογή. Εννοείται ότι η άποψη μου διαμορφώνεται σε βάθος χρόνου γι΄αυτούς γιατί ακριβώς είναι σχήμα που πιάνει την ατμόσφαιρα της εποχής του και ενδεχομένως είναι πολύ νωρίς για ολοκληρωμένη άποψη. Ως τώρα όμως η άποψη που έχω σχηματίσει δεν έχει αλλάξει.
Gospel φωνητικά
με ηλεκτρονικά beat,
ροκ ενέργεια και post-punk
οργή, οι
THE TEMPTATIONS στη
Chiba City είναι
μια μεγάλη μου μουσική φαντασίωση και
αυτή κοντεύει να πραγματοποιηθεί με
τους ALGIERS και ενώ φαίνεται
ότι μπορούν να δώσουν στις gospel
και soul
επιρροές τους ένα
φουτουριστικό περίβλημα που δεν θα
παραμένει σε πρώτο επίπεδο αλλά θα χώνεται βαθύτερα στις αγωνίες και στο υπόλοιπο πνεύμα των καιρών, με
αρκετά όμως προσιτό τρόπο (όπως δηλαδή εξελίσσονται όσο κατανοούν και οι ίδιοι αυτό που κάνουν) ώστε να γίνουν
άξιοι αντιπρόσωποι ανανεωμένης μορφής
soul, μένουν
με την ιδέα της ΄60΄ς σέπιας, των '70'ς
ghetto παρά
με το νέον του Blade Runner (
και του Altered
Images πλέον).
Διαβάζοντας
συνενετεύξεις τους διαπιστώνω ένα
«αδελφό» σχήμα σε απόψεις σχετικά με τη μουσική που ακούνε και
τις θέσεις που παίρνουν οπότε δεν μπορώ
να τους απορρίψω αλλά να περιμένω κάθε
καινούρια τους κίνηση.
Συναυλιακά,
όπως έδειξε και η πρώτη τους εμφάνιση
στην Αθήνα στο Temple ( που εξελίσσεται δυναμικά σε νέο στέκι), ακούστηκαν το ίδιο δυναμικοί
με τους δίσκους αλλά φάνηκε ακόμα περισσότερο ότι ακόμα ο ήχος τους είναι υπό διαμόρφωση.
Τα πρώτα δέκα
λεπτά της συναυλίας ενθουσίασαν άπαντες
με τη δυναμική τουςκαι την ένταση (καλή κίνηση να ξεκινήσουν με τα δυναμικά τους τραγούδια) αλλά
υπήρχε η κυματομορφή με αρκετά
σκαμπανεβάσματα που εμπόδισε την
εσωτερική φλόγα του σχήματος να φτάσει
στο ύψος που της αρμόζει. Η οποία φλόγα
όμως με τη θαυμάσια φωνή του Franklin James
Fisher αποκτούσε δυνατή λάμψη όταν δεν
βούλιαζαν σε free form
διαλείμματα. Ο υπερκινητικός
μπασίστας Ryan Mahan, σε σημείο να σκεπάζει
όλη την ουσία του σχήματος, ήταν
περισσότερο ενθουσιώδης απ' όσο
χρειαζόταν, όμως τα υπόλοιπα δύο μέλη
( Matt Tong και
Lee Tesche) ήταν αυτά που κρατούσαν το σχήμα
σε απαραίτητη συνοχή.
Όταν λοιπόν
ο παλμός του σχήματος ήταν τέτοιος που
από τη μια σε εντυπωσιάζει και απο την
άλλη σε κάνει να παρατηρείς τότε σίγουρα
καταληγεις στο συμπέρασμα ότι χρειάζονται
περισσότερη δουλειά στην ισοστάθμιση
αλλά και στη χρήση των επιρροών τους.
Έχουν πραγματικά ανοιχτόμυαλο ήχο,
χιλιάδες ηχοχρώματα να διαχειριστούν
και αρκετό πάθος να τα συνδυάσουν στο
σχήμα που φαντάζομαι ότι μπορούν να
εξελιχθούν. Ίσως για άλλους να φτάνει
και να περισσεύει και η συναυλία τους
να ήταν ότι ακριβώς περίμεναν όμως
υπάρχει αυτό το κάτι παραπάνω που
περιμένω την επόμενη φορά.
Εν κατακλείδι
όμως είναι απόλαυση να τους παρακολουθείς
παρόλους τους προβληματισμούς. Είναι
νέοι, συνηδητοποιημένοι και σκεπτόμενοι άνθρωποι με αρκετή
δύναμη, ειλικρίνεια και αγνότητα. Χρειάζονται ίσως έναν και μόνο
παραγωγό να τους μαζέψει και να τους
εξάγει την πραγματική δύναμη τους,
μακρύτερα των επιρροών τους και τότε
το θαύμα θα πραγματοποιηθεί. Από αυτή
την εμφάνιση κρατώ ότι επιτέλους είδαμε
ένα σχήμα της δεκαετίας μας που πισωγυρίζει
δημιουργικά μόνο για να πάρει φόρα στο
μέλλον και όχι σχήμα που είναι κλειδωμένο
στις αναμνήσεις του. Εννοείται ότι
ανταλλάζω κάθε παλιά καραβάνα που
επισκέπτεται τη χώρα ή γκρουπάκι που
παίζει παραδοσιακά, με οτιδήποτε είναι
της εποχής μας έστω και σε ημιτελή μορφή.
Γιατί καλές οι αναμνήσεις αλλά δεν είναι
τίποτα μπροστά σε κάτι που διαμορφώνεται
δυναμικά, παίρνοντας σήμα από την εποχή
του και μας κάνει κοινωνούς εν τη γενέση
του. Ήταν μια καλή βραδιά για όλους εμάς
που δεν ζούμε δέκα χρόνια πριν κάθε
δεκαετία.
Το σετλιστ της συναυλίας δεν είναι δυνατό να το δημοσιεύσω αλλά έπαιξαν τα καλύτερα τραγούδια τους και από τους δύο δίσκους τους.
Οι GLASS
REBEL που άνοιξαν τη βραδιά μου ήταν
συμπαθείς και με 2-3 τραγούδια που πλάθουν
ένα ελπιδοφόρο μέλλον με αρκετά φρέσκο
ήχο και προθέσεις. Μου άφησαν καλύτερες
εντυπώσεις και
έπαιξαν καλύτερα έχοντας σύμμαχο ένα
εξαιρετικό ηχητικό περιβάλλον σε σχέση
με την εμφάνιση τους μία ακριβώς μέρα
πριν, ανοίγοντας για τους εξαιρετικούς MARVA VON THEO σε
ένα τραγικά άδειο Ρομάντσο (μια συναυλία
που συμπεριλαμβάνεται σε αυτές με 2018
ήχο και που χάσατε όσοι δεν παρευρεθήκατε
για λόγους που θα σας εξηγήσω στο επόμενο
σετ των MARVA VON THEO).
ν
Σχόλια