« Μπαμπ ελ Μαντέμπ ή
αλλιώς «Οι Πύλες των Δακρύων (Gates
of Grief)», είναι ο πορθμός
που συνδέει την Ερυθρά θάλασσα με τον
Ινδικό Ωκεανό (κόλπος του Άντεν). Τα νερά
ανάμεσα στην Υεμένη και το Τζιμπουτί.
Πήρε το όνομα του - σύμφωνα με έναν παλιό
μύθο - από εκείνους που πνίγηκαν όταν
ένας σεισμός διέρρηξε και διαχώρισε
τις ηπείρους της Αφρικής και της Ασίας
και άνοιξε το στενό, συνδέοντας τις δυο
θάλασσες.
Όλοι οι μη Αφρικανοί άνθρωποι που
είναι ζωντανοί σήμερα, πιστεύεται ότι
προέρχονται από τη μικρή ομάδα - μερικοί
επιστήμονες κάνουν λόγο για όχι
περισσότερες από 200 ψυχές - που επέζησαν
και πέρασαν από την Αφρική στην Ασία
πριν εξαπλωθούν στις τέσσερις γωνιές
του κόσμου. Ήταν οι πρώτοι μετανάστες
..» ( tvxs)
(Σύνδεση
με τα προηγούμενα)
''Μυστηριακός,
μυστικοπαθής, πυκνός, νεφελώδης ήχος,
μελωδικά/αιθέρια/μελαγχολικά
φωνητικά/ψαλμωδίες που ψάχνουν Παράδεισο
αλλά βολεύονται στην Κόλαση, αργοί
ρυθμοί σαν το τέλος του κόσμου, συνθς
που στριγγλίζουν, αλλά και βραδυφλεγής
υπόγεια ένταση που ταρακουνάει..'' ( 07/2010)
Ήταν
ένα θεοσκότεινο τέλος Καλοκαιριού και
Φθινόπωρο αυτό του 2010. Δεν είχε μπει
καλά καλά η δεύτερη δεκαετία του 21ου
αιώνα και η ατμόσφαιρα μύριζε θειάφι
και λιβάνι.
Ή
ήταν η εντύπωση μου από τις απανωτές
νυχτερινές ακροάσεις ενός καινούριου
μουσικού trend
που
άμεσα, έκανε κάθε goth
κοινότητα
να φαίνεται και να ακούγεται σαν
νηπιαγωγείο μαυροντυμένων μοντέλων, κάθε άμουσο σατανιστή
αμούστακο χάρι πόττερ και την industrial
ένα
μάτσο σιδερικά.
Οι
λεγόμενοι ''witch
haus'' μουσικοί
μέσα από επιβλητικές lo-fi
ηχογραφήσεις
έδειχναν ότι η μουσική τους είχε την
πιο σκοτεινή απόχρωση του μαύρου και δεν
χρειαζόντουσαν διαπιστευτήρια για τη Σκοτεινή
πλευρά, ζούσαν ήδη στους βάλτους της, αντιδρούσαν άσχημα
σε κάθε «εμπορικό πλάνο» με κρυπτικά
ονόματα και παραμόρφωναν κάθε τι που
άγγιζε το «φυσιολογικό».
Τα συνθ τους
ήταν πιο παγωμένα και από την Κόλαση
των Κινέζων, διαστρέβλωναν
κάθε χιπ χοπ ρυθμό, τραγουδούσαν σαν να
ζούσαν την τελευταία μέρα τους εκεί. Η
απόγνωση, οι σκιές, η κατάρα της ύπαρξης,
ο μηδενισμός και το άγχος μέσα από τα
τραγούδια τους ήταν απόλυτα συγχρονισμένα με τη γενική αβεβαιότητα, ενώ ζούσαν την παρακμή στο πετσί τους.
Δεν ξέρω σε τι βαθμό
βασανισμένες ψυχές ήταν οι μουσικοί
του είδους αλλά αυτό που έκαναν μου
ακουγόταν αυθεντικά συναισθηματικό
και όχι απλά μιά στυλίστικη παρωδία.
Οι
WHITE
RING, οι
SALEM,
οι
DREAM
BOAT, οι
πρώτες ηχογραφήσεις των οΟοΟΟ και Λ (
μετέπειτα Sofia
Reta) και
τα σπάνια, ακόμα και σε mp3,
mixtapes ήταν
μια μουσική δίαιτα που ευχαρίστως
κατανάλωνα εκείνη την περίοδο. Ήταν το
πιο συναρπαστικό φαινόμενο στο μουσικό
πλανήτη εκείνη την εποχή και το είχαμε
καλύψει όσο μας άρεσε. Και με την έλευση
του 2011 τέλος.
Η
«κατάρα» του witchhaus
απομακρύνθηκε
το 2013 όπως ήρθε το 2009, η disaro
records έκλεισε
και οι CRYSTAL
CASTLES έμειναν
για λίγο καιρό ακόμα να μας θυμίζουν
εκείνο το μικρό διάστημα...
(και τώρα η συνέχεια)
Image: Nigel Ryan / Courtesy of white ring
|
Οι
WHITE
RING (Bryan Kurkimilis και Kendra
Malia) ειδικότερα, έχοντας γράψει το καλύτερο τραγούδι
του είδους ( Ixc999)
και
κυκλοφορώντας το πρώτο και τελευταίο
12'', ''Black
Earth That Made Me'', είχαν
τις περισσότερες πιθανότητες να
παραμείνουν και μετά το Φθινόπωρο
εκείνο.
Όμως
εξαφανίστηκαν για επτά ολόκληρα χρόνια
χωρίς σημάδι ζωής. Στην πραγματικότητα
είχαν ξεκινήσει να δουλεύουν πάνω στο
ντεμπούτο τους αλλά προσωπικά θέματα
και κυρίως η υγεία της Kendra
Malia τους
κράτησαν εκτός για αρκετά χρόνια.
Φέτος, ανέβηκε στο διαδίκτυο ένα καινούριο
τραγούδι τους και μας έδωσε γνώριμα
ρίγη στη σπονδυλική στήλη.
Πέρυσι επανήλθαν με ζωντανές εμφανίσεις, έεχοντας από το 2016 και δεύτερη τραγουδίστρια,
την Adina
Viarengo, η
οποία τους συνόδευε στις ζωντανές τους
εμφανίσεις και πλέον είναι αναπόσπαστο
μέλος τους.
Το
''Gate
Of Grief '' είναι
το πρώτο τους άλμπουμ και επιτέλους
κυκλοφορεί ύστερα από επτά χρόνια.
Η
''Πύλη Των Δακρύων'' είναι ένας τίλος που
εκφράζει μία και μόνο λέξη: Επιβίωση.
Το σχήμα χρειάστηκε
να περάσει από δύσκολες καταστάσεις
για να φτάσει ζωντανό και να κυκλοφορήσει
το άλμπουμ αυτό, το οποίο κουβαλά όλη
την «σκοτεινή κληρονομιά» του είδους
χωρίς όμως να ακούγεται σαν χαμένη
ηχογράφηση εκείνης της εποχής.
Οι
μουντές εφιαλτικές ηχοσεάνς πλέον
ακούγονται σαν μια ολοκληρωμένη ονειρική
τελετουργία μέσα από τη Θλίψη και την
Απομόνωση προς τα έξω. Τα τραγούδια
διατηρούν την εξωτερική διαπεραστική
ψύχρα και βουτηγμένα στην τεχνογοτθική
λάσπη φλέγονται εσωτερικά από συναισθήματα
και γι' αυτό ακόμα και οι κραυγές για
αγάπη στο ''Leprosy''
δεν
είναι μια στυλίστικη αναπαράσταση
τραγουδιού των CRYSTAL
CASTLES, ούτε
και τα τρία ή τεσσερα τραγούδια που
φέρνουν στον ήχο του θρυλικού αλλά
τραγικού συνλαμα Καναδικού σχήματος.
Φυσικά δεν τίθεται παραπέρα σύγκριση.
Οι
WHITE
RING είναι
περισσότερο εσωτερικοί, ακόμα και στις
χορευτικές ebm
εξάψεις
του
''Close
Yr Eyes'' ή
στο goth
trap του
''Puppy''.
Δεν
μπορείς να το χορέψεις για να λυτρωθείς.
Δεν είναι γενικά η λύτρωση το θέμα στο
''Gate
Of Grief ''.
Το
διαπιστώνει κανείς καλύτερα στις
επιβλητικές, αιθέριες, βουτηγμένες σε
υγρή από δάκρυα μωβ ομίχλη, συνθέσεις
''Angels'',
''Chained'',
''Do You Love Me 2'' και
''Fields
Of Hate''. Η
αγάπη, η ελευθερία, η αγνότητα, η
ακεραιότητα είναι μακριά και τις
αποζητούν απεγνωσμένα.
Ο
ηχητικός καμβάς του άλμπουμ αποτελείται
από φωνητικά πνιγμένα στις αντηχήσεις,
μελωδικούς ψιθύρους, πνιγμένα κρουστά,
στοιχειωτικά rave
συνθ
και μπόλικους ρυθμικούς θορύβους. Είναι ουσιαστικά όλο το λεξιλόγιο του witch haus ή drag καλύτερα δομημένο και περισσότερο «ανοικτό». Έχει την ίδια αίσθηση με το post και dark wave της δεκαετίας του '80 σε σημείο να σκέφτεσαι ότι η παρακμή συνεχίζεται πιο σύνθετη και πιο εύπλαστη.
Η
αόρατη συναισθηματική αύρα και η Θλίψη
τα δένει όλα μαζί σε ένα πυκνό και γερό
οικοδόμημα, που για μερικά αρχικά
ακούσματα, παραπλανά σαν ένα κυκλικό
αδιέξοδο. Μπορείς να βουλιάξεις στους
βάλτους του αλλά μπορείς και να ανέλθεις
κοιτώντας το από απόσταση και να το
θαυμάσεις.
Το
''Gate
Of Grief ''είναι
το αριστούργημα του witch
haus και
έρχεται ετεροχρονισμένα.
Η
περισσότερο νηφάλια και εστιασμένη καλύτερα
εκδοχή του που περίμενε αρκετά και
ωρίμασε από το ίδιο το αρνητικό περιβάλλον
που στοίχειωνε τους δημιουργούς του
για χρόνια.
Μοναδικό
και τελευταίο του είδους του θα το
θεωρήσω σαν ένα σπάνιο άλμπουμ που
δημιουργεί την ιστορία του χωρίς
δεκανίκια αναζητώντας τολμηρούς ακροατές
που θα συμβιώσουν τη μελαγχολία του
μέχρι το χάραμα...
Σχόλια