"Shimmering guitar lines, an angular and propulsive bass line, thundering and mathematically precise drumming, and a slick, yet infectious hook"–(The Joy of Violent Movement)
"Dark sound that breathes desperation and nervosity, which translates into an ominous atmosphere" – (Disarm Magazine)
"Chiming guitar flourishes here and there bring to mind the late John McGeoch, (Banshees, PIL) and even early Cocteau’s Robin Guthrie. Rather than doom-laden scales, Whispering Sons are tapping into that, pre-Raphaelite sound creating a dreamy atmosphere"–([sic] Magazine)
«
Το
''Image''
δεν
είναι
μια dark
wave ιχνογραφία
στυλιστικής παρακμής αλλά ένα έργο με
λόγο ύπαρξης. Σημαδεύει στην καρδιά της
πόλης. Σημαδεύει στο σάπιο αέρα της
υποκρισίας. Τα τραγούδια μιλάνε για
μοναξιά, παρακμή, απόσταση, απομόνωση.
Θέλουν να επικοινωνήσουν, αναζητούν
ακροατές που δεν έχουν χάσει ούτε τη
μουσική τους παιδεία ούτε την ευαισθησία
τους. Τα θέματα του ''Image''
είναι
η διαχρονική Αστική Θλίψη. Καθένας
πάσχει από αυτήν. Η μουσική των τραγουδιών
είναι η τελετουργία όχι λύτρωσης αλλά
μεταστροφής σε όπλο ενάντια στην
παρακμιακή αποστασιοποίηση. Είναι ένα
άλμπουμ που λογικά κάθε φαν του dark
wave θα
τοποθετήσει δίπλα στα κλασσικά αγαπημένα
του για πάντα.»
(
Το
Σπίτι Με Τα Παράξενα)
Το
new
wave ήρθε
στη ζωή μου όταν άκουσα για πρώτη φορά
το ''Christine''
των
SIOUXIE
AND THE BANSHEES στα
16 ή 17.
Όχι
όταν αγόρασα το ''Wild
Planet'' των
The Β-52's
στα
12.
Ανακάλυψα την ουσία των THE
CURE στο
''Seventeen
Seconds'' στα 18 και όχι στα 17 με το ''Japanese
Dream''.
Έκτοτε,
ότι έχει μπασογραμμές, κιθάρες ξυράφια
ή βελόνες, με flanger
ή
όχι και μετρονομικά κρουστά συνδυασμένο
με μαυρίλα, οργή, νοσταλγία, ποίηση,
μινόρε στα έγκατα έχει ξεχωριστή θέση
στη βινυλιο/cdοθήκη/σκληρός
δίσκος.
Με ξέρετε. Εκεί γυρίζω
όταν πέφτουν οι θερμοκρασίες και οι
πρώτες βροχές. Αλλά στο ''Image'' υπάρχει κάτι
παραπάνω.
Ακούμε
μια μπάντα που δεν ξέρει μόνο να παίζει και να
νοιώθει το dark/new
wave όπως η πλειοψηφία των νεόκοπων σχημάτων του είδους αλλά και να το
αναπνέει. Με την τραγουδίστρια τους να
ερμηνεύει σαν να έχει μάτια υγρά αλλά με βλέμμα
ψύχραιμο και φωνή σταθερή, νηφάλια αλλά όχι αποστασιοποιημένη και χωρίς
υπερβολικές κορώνες μελοδράματος. Η χροιά της μου
θυμίζει (αυθαίρετα) ένα λιγότερο βαρύτονο
και φλεγόμενο Scott
Walker.
Δεν κλαψουρίζει σαν φωτοκόπια του Robert
Smith και
δεν ακούγεται υπερβολική όπως η
συνομοταξία ''Eldrich''.
Οι
κιθάρες τους είναι τόσο «ζωτικές» όσο
των AND
ALSO THE TREES και
των Banshees.
Οι
ρυθμοί τους υπογραμμίζουν και τονίζουν
τι συνθέσεις και δεν δίνουν το γενικό πρόσταγμα. Ρυθμίζουν τις εντάσεις
ανάλογα και η ρυθμονομία τους είναι
ακριβής. Αυτοί οι πιτσιρικάδες λοιπόν,
δημιούργησαν ένα δίσκο ορόσημο του
είδους, παρ'όλες τις προφανείς αναφορές
του.
Είναι πιστό αισθητικά με τους παλιούς
δίσκους των νεοκυματικών Αρχόντων όμως βρίσκεται στην κορυφή των αγαπημένων
μου λόγω ακριβώς του πάθους και της
εσωτερικής συναισθηματικής έντασης
που λειτουργεί τη φόρμα όπως παλιά και
που δεν τη μοστράρει σαν χαλκομανία
στην αγορά του είδους αλλά περιμένει
να τους ακροατές να «επικοινωνήσουν»
μαζί του σε βάθος.
Σε
μια χρονιά που η κυρίαρχη μουσική
χαρακτηρίζεται από έλλειψη φλόγας
πάθους και βαθύτερης σχέσης με τη
μουσική, αυτό το «παλιομοδίτικο» άλμπουμ
παραδίδει μαθήματα περφεξιονισμού,
επίγνωσης, πάθους και αγάπης για τη
μουσική. Σε μια εποχή που οι απόψεις, οι
φανφάρες, τα φύλα, τα στατιστικάτους, οι δηλώσεις, η δικτύωση,
οι διάφορες πολιτικοκοινωνικές κοινότητες
παίζουν μεγαλύτερο ρόλο από το μουσικό
αποτέλεσμα και οι νεώτερες γενιές αντί
για μουσική ικανοποιούνται με ''εκατομμύρια
χιτ πάνω στο ίδιο beat''
, προτιμούν
κραυγές,
ετοιματζίδικα μινόρε και ματζόρε,
θλιβερά τσιτάτα σαν τίτλους δίσκων και
ότι πει η κοινότητα τους , το ''Image''
ηχογραφημένο
από νεαρούς ανθρώπους επαναφέρει για
όσους το χρειαζόμαστε μια πιο ουσιαστική
σχέση με τη μουσική. Περισσότερο σφαιρική και παθιασμένη
και εν τέλει αληθινή..
Σχόλια