Η ιστορία μας
πάει πίσω στο πέμπτο Απριλιάτικο βράδυ
του 1990, όταν πήγα στο ΑΝ για να δω για
πρώτη φορά μια μπάντα που, σύμφωνα με
την εκπομπή που μας τους γνώρισε, έπαιζε
καινούρια κιθαριστική ποπ και δεν ήταν
γκαραζ ή πανκ ή νιού γουέηβ.
Ήταν η περίοδος
που τα νέα από την μετά πανκ Βρετανία
ερχόντουσαν με τη μορφή μετά κοκτωτουινικών τοπίων στην ομίχλη και μετά σμιθικής νεφελώδους μελαγχολίας.
Ταυτόχρονα το φαζ στις μετά
ιησουκαιαλυσοδεμένηςμαρια-νικές και
μαιμπλαντιβαλεντίνικες μελωδικές
καταιγίδες ήταν τσίτα και ζωογόνες. Άρα
η πρόκληση για να ξεκινήσουν να παίζουν
κι εδώ στην Ελλάδα κάτι ανάλογο έπρεπε
να γίνει αποδεκτή.
Τίποτα απ'
όλα αυτά όμως δεν ήταν οι ONE
NIGHT SUZAN εκείνο το βράδυ.
Ήταν απλά μια μπάντα που πάσχιζε μέσα
από ένα θολό ήχο να δώσει κάτι καινούριο
μόνο που οι ποστ πανκ αναφορές τους τους
κρατούσαν δέσμιους ή απλά δεν είχαν
φτάσει στο επίπεδο που τους άρμοζε
ακόμα.
Μετά τους
ξαναπέτυχα σχεδόν στη μέση της εμφάνισης
τους σε πάρτυ (9.3.1992) για την ολοένα
παλλόμενης ποπ σκηνής της Αθήνας, των
θρυλικών φανζιν in those
days, little charmer αλλά και της
innocent label, DIY κασετοανεξάρτητης
που συμμετείχαν μουσικοί και φανζινάδες
της «φάσης».
Δεν είχαν καμία
σχέση με αυτό που είδα πριν δύο χρόνια.
Υπήρχε παλμός, υπήρχε ενθουσιασμός,
ζωηράδα στις συνθέσεις, στις εκτελέσεις
και στον κόσμο από κάτω. Έπαιξαν τα
καλύτερα τους τραγούδια και δύο διασκευές
(Fabulous Friend-The Field Mice και The
Picture Of Dorian Gray – TV Personalities) που θα τις
ζήλευαν και οι συνθέτες τους.
Ήταν μια κορυφαία
στιγμή στην συναυλιακή ζωή μου να νοιώθω
τη γοητεία της Άνοιξης μέσω των
αναβαθμισμένων ONE
NIGHT SUZAN , αλλά
και της ζωής μου που έβρισκε νόημα
κάνοντας παρέα με όλη τη σκηνή, με
καινούριες εμπειρίες αλλά και την
ενθουσιώδη από πλευράς μου πρόθεση να
την υποστηρίξω μέσα από κείμενα και
εκπομπές.
Δεν ήταν μόνο
οι ONE
NIGHT SUZAN βέβαια. PILLOW,
NEXT TIME PASSIONS, GROOVE MACHINE ήταν τρία ακόμα
σχήματα που ήταν αρκετά δραστήρια και
ελπιδοφόρα και έδιναν ένα νόημα αλλά
και σχήμα σε αυτό που θα μπορούσε να
λέγεται ''Ελληνική κιθαριστική ποπ
σκηνή''.
Το αποκορύφωμα της «σκηνής»
ήταν το διήμερο ποπ φεστιβάλ
(24_25.10.1992)που τουλάχιστον σε προσωπικό
επίπεδο με έχει στιγματίσει για μια
ζωή. Εκεί φυσιολογικά ή θα έπρεπε να
ανέβει ή να πέσει. Δυστυχώς από εκεί και
μετά η σκηνή άρχισε να ξεφουσκώνει αν
και μεμονωμένα οι μπάντες συνέχισαν
μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '90 να
παράγουν και να κάνουν συναυλίες. Όμως
έλειπε η αίσθηση της ενότητας αλλά και
πάλι κάπως έτσι δημιουργούνται οι
αναμνήσεις και η νοσταλγία.
Είδα τους ONE
NIGHT SUZAN μερικές φορές ακόμα μέχρι ο
Ζήσιμος- ένας από τους
δύο τραγουδιστές-συνθέτες- να δημιουργήσει
τους CROONER. Τους χάρηκα
εξίσου και σε κάθε συναυλία ήταν
καλύτεροι.
Οι ONE
NIGHT SUZAN πέρα από την εξαιρετική
κασέτα ''Autumn Falls'' στην
innocent label to 1992
και to 7'' , ''Don't Let Them Kill Our
Taste'' στην μετεξέλιξη της innocent,
This Happy Feeling το 1994, δεν κυκλοφόρησαν
κάτι άλλο. Τραγούδια τους υπήρχαν σε
συλλογές του εξωτερικού και του εσωτερικού
μέχρι τα τέλη και λίγο μετά, της δεκαετίας
του '90 αλλά κανείς δεν ήξερε αν τα
τραγούδια που ακούγαμε στα θρυλικά λάιβ
τους θα κυκλοφορούσαν ποτέ μαζεμένα σε
ένα άλμπουμ.
Το ποπ μέθυσι τελείωσε το
1997 και τα μέλη του σχήματος συνέχισαν
να ασχολούνται και να παίζουν μουσική
ή να ασχολούνται με τη μουσική χωρίς να
πέφτουν σε μετριότητες και χωρίς να
έχουν διάθεση να αναβιώσουν το σχήμα
σε βάθος χρόνου και δεκαετιών προφανώς.
Μέχρι που βρέθηκαν
αυτοί οι καλοί άνθρωποι της Make
Me Happy records.
Φαν της όλης
φάσης από παλιά αλλά με έντονη δραστηριότητα
τα τελευταία δέκα χρόνια κατόρθωσαν να
αναβιώσουν το μεταβατικό εκείνο διάστημα
από το ποστ πανκ στην μπριτ ποπ με όμορφα
πάρτι αλλά και πλέον, κυκλοφορίες εκείνου
του υλικού που θα έπρεπε να είχε
κυκλοφορήσει εκείνα τα χρόνια αν οι
συνθήκες ήταν καλύτερες και το κοινό
ήταν λίγο περισσότερο.
Η συλλογή
''20-Year Hangover: A Retrospective Collection''
περιλαμβάνει έντεκα μόνο από τα
πολλά περισσότερα περίφημα τραγούδια
του σχήματος. Τα περισσότερα είναι σε
καλύτερες εκτελέσεις από αυτά που είχαν
κυκλοφορήσει σποραδικά ενώ έχουν υποστεί
ποιοτική επεξεργασία που δεν αλλοίωσε
την αρχική τους ποιότητα αλλά τη βελτίωσε,
ώστε να ακούγονται το ίδιο ζεστά όπως
τότε.
Θυμάμαι τα
περισσότερα. Τα αγαπούσα όλα τότε. Τα
ξανακούω με συγκίνηση.
Το ''No
Guts'' μετά από χρόνια θα γίνει το
αγαπημένο μου κομμάτι από αυτούς παρέα
με την πρώτη εκτέλεση του ''Postcards''
το οποίο δεν υπάρχει στη συλλογή
δυστυχώς. Θα βουτήξω μέσα στα νοσταλγικά
κύματα των υπόλοιπων δέκα, θα ξαναθυμηθώ
τις ωραίες στιγμές και επιτέλους γράφω
κάτι ολοκληρωμένο γι' αυτούς.
Οι GO-BETWEENS,
FIELD MICE, THE SMITHS, THE HOUSEMARTINS, THE VELVET UNDERGROUND
προσαρμοσμένοι στο ταλέντο αλλά
και στη ψυχοσύνθεση των παραπάνω από
μία νύχτα SUZANS, που δεν
κάθισαν να γράψουν αυτά τα τραγούδια
για να ''πουλήσουν μούρη'' αλλά να
επικοινωνήσουν αγάπη για το είδος,
συναισθήματα για τη ζωή στα παρακμιακά
πρώτα χρόνια των '90'ς και χαρά της
επικοινωνίας με μια μικρή ομάδα ακροατών
που πλέον δεν ονειρεύονταν ή έκλαιγαν
σε 4 τοίχους στην Άνω Γλυφάδα, στο
Ελληνικό, στα Εξάρχεια, στην Ελευσίνα,
στον Άλιμο ή σε όποιο άλλη γωνιά της
Αττικής σε πρώτη φάση αλλά όλοι μαζί
στο ΑΝ και στα άλλα κλαμπς που καταδέχτηκαν
να φιλοξενήσουν συναυλίες τους.
Σίγουρα δεν ήταν
οι «αρχηγοί» της σκηνής ή το επιδραστικό
σχήμα που εξ' αιτίας του έκανε κι άλλα
σχήματα να γράψουν τραγούδια και μουσική.
Ήταν απλά φανατικοί ακροατές, μουσικά
αδέλφια μας που τιμούσαν το ''πρωτογενές
υλικό'' προσφέροντας συναισθηματικής
ποιότητας τραγούδια σαν αντίδοτο. Ήταν
απλά αυτοί που μπορούσαν να γράψουν τα
τραγούδια που δεν μπορούσαμε να γράψουμε
εμείς, να ζήσουν ένα όμορφο αλλά πιθανόν
ματαιόδοξο όνειρο που μόνο ματαιόδοξο
δεν αποδείχτηκε τελικά. Σχεδόν τριάντα
χρόνια τα τραγούδια αυτά προσφέρουν
αυτούσια την πρώτη συγκίνηση ή σύμφωνα
με το μουσικό αξίωμα του ''κάθε χρονιά
που περνά τα καλά τραγούδια ακούγονται
καθαρότερα, ανανεωμένα και μυθικά''.
Οι έντεκα
συνθέσεις του άλμπουμ διακρίνονται
πεντακάθαρα και σε όλη τους την ομορφιά
σαν να μην πέρασε αυτή η καταραμένη
τριετία των αρχών των '90΄ς και τα δύο
επόμενα ανακουφιστικά της χρόνια.
Το άλμπουμ
κυκλοφορεί σε 300 μπλε βινύλια και σε
ψηφιακή μορφή. Προτιμήστε το βινύλιο
γιατί μόνο μέσω βινυλίου έχει αξία η
πρώτη ακρόαση, όχι φυσικά ότι η ψηφιακή
ακρόαση χαλάει κάτι. Η συγκίνηση
παραμένει, αλλά κάτι μαγικό υπάρχει με
τη βινυλιακή ακρόαση που δεν μπορώ να
εξηγήσω. Ήδη ο δίσκος έχει ζήτηση στο
εξωτερικό και σε μερικά αντίτυπα υπάρχει
και το μοναδικό τους 7'' βινύλιο. Σε όλα
επίσης υπάρχει και το cd.
Είναι άλλη μια
προσεγμένη παραγωγή της Make
Me Happy records...
Αν ήμουν το
Pitchfork θα του έβαζα 10 αλλά
από τη στιγμή που δεν έχει το ''Postcards'' θα του βάλω 9.8.
Μήπως να κυκλοφορούσε και δεύτερη
ρετροσπεκτίβα με τα υπόλοιπα;
Αυτό που είναι
σημαντικό όμως είναι ότι το χανγκόβερ
πέρασε αλλά το ποπ μεθύσι ξαναρχίζει
και θα συμβαίνει κάθε φορά όταν η βελόνα
ακουμπά το βινύλιο...
Σχόλια