Οι MAQUINAS είναι ένα πενταμελές πλέον σχήμα από την Fortaleza της Βραζιλίας και πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησαν το δεύτερο μεγάλο άλμπουμ τους '''O Cão de Toda Noite'' στην νέα μας αγαπημένη εταιρεία Mercúrio Música και το τρίτο συμπεριλάβουμε και το ''Resíduos'' που ηχογραφήθηκε με τη συνεργασία με τον Eric Barbosa .
Επίσης αν κατευθυνθείτε στο bandcamp τους θα ακούσετε δύο ακόμα e.p. και ένα σίνγκλ.
Δημιουργούν
από το 2014 και η μουσική τους περιέχει
post
rock και
dark
wave στοιχεία
ενώ από το ''Resíduos''
η
πορεία τους εμπλουτίζεται με περισσότερο σύνθετες
μουσικές κατευθύνσεις που διακρίνονται ξεκάθαρα στο ''O
Cão de Toda Noite
''.
Τα
post rock στοιχεία
δεν είναι πλέον ορατά παρά μόνο στη διαχείριση των κορυφώσεων. Κάνουν
την εμφάνιση τους jazz
συνασπισμοί, dub
αναθυμιάσεις, αυτοσχεδιασμοί
και διάφορα άλλα που βοηθούν στη
δημιουργία του ιδιαίτερα σκοτεινού,
βαθιά νυχτερινού και φουρτουνιασμένου
ήχου του άλμπουμ.
Από το πρώτο τραγούδι (Maus Hábitos) μέχρι το τελευταίο (Nuvem Preta-που διατηρεί το ύφος των προηγούμενων δίσκων τους), είμαστε ακροατές μίας συναισθηματικής ηχητικής περιπέτειας μεταξύ ελεγχόμενης έντασης και μελωδίας, μεταξύ μελαγχολίας και δυναμικότερων συναισθημάτων που θα βρει ανταπόκριση σε ακροατές που αγαπούν τα ηχητικά πεδία εναλλαγών και κορυφώσεων αλλά και τη συνεχή έντονη αντιπαράθεση πνευστών, έγχορδων, κρουστών και άλλων ήχων.
Από το πρώτο τραγούδι (Maus Hábitos) μέχρι το τελευταίο (Nuvem Preta-που διατηρεί το ύφος των προηγούμενων δίσκων τους), είμαστε ακροατές μίας συναισθηματικής ηχητικής περιπέτειας μεταξύ ελεγχόμενης έντασης και μελωδίας, μεταξύ μελαγχολίας και δυναμικότερων συναισθημάτων που θα βρει ανταπόκριση σε ακροατές που αγαπούν τα ηχητικά πεδία εναλλαγών και κορυφώσεων αλλά και τη συνεχή έντονη αντιπαράθεση πνευστών, έγχορδων, κρουστών και άλλων ήχων.
Τα
τραγούδια έχουν μεγάλη διάρκεια και αξιοποιούν κάθε δευτερόλεπτο ώστε να ακούγονται με ενδιαφέρον ως το τέλος. Κάθε σύνθεση έχει σφιχτοδεμένες βάσεις αλλά μπορεί να «απλώνεται», να μαζεύει ενέργεια χωρίς να ξεφεύγει, και να εκφορτίζεται με ελεγχόμενες κορυφώσεις. Οι
ενορχηστρώσεις ακούγονται συναρπαστικές
και πείθουν ότι εδώ έχουμε ένα σχήμα με
μουσικούς που με τη βοήθεια και άλλων εξίσου συναρπαστικών μουσικών της νέας Βραζιλιάνικης γενιάς, ξέρουν να παίζουν χωρίς να αναλώνονται σε αυτοσχεδιαστικούς
εντυπωσιασμούς.
Η ομορφιά του άλμπουμ έγκειται στο γεγονός ότι χαρακτηρίζεται από την ανάδειξη της αφοσίωσης, της αγνότητας, του δεσίματος, της κοινωνικοπολιτικής ευαισθησίας και του ενθουσιασμού των μουσικών που δημιούργησαν αυτό το μικρό Βραζιλιάνικο μουσικό θαύμα. Κάθε μία από τις οκτώ συνθέσεις του άλμπουμ διαθέτει χαρακτήρα και απόλυτο συγχρονισμό με την μελαγχολία της ζωής στον 21ο αιώνα.
Το σχήμα αναφέρει σχετικά:
« Ενώ στην προηγούμενη δισκογραφική δουλειά, Lado Turvo, ο Lugares Inquietos (Cloudy Side, Unquiet Places) (2016), η μπάντα ήθελε να μας δείξει μια πιο ενδοσκοπική και μελαγχολική πλευρά, κοιτάζοντας την κόλαση που συμβαίνει στο κεφάλι κάθε ατόμου, στο O Cão de Toda Noite αυτή η αντίληψη της μελαγχολίας επεκτείνεται και αντιμετωπίζεται ως κοινωνικό σύμπτωμα και υπάρχει επειδή υπάρχει το συμφέρον των ομάδων στην κοινωνία να την παράγουν και να το διαχειρίζονται. Υπάρχει επειδή υπάρχει ενδιαφέρον να γίνει η κοινωνία άρρωστη και αδρανής. Υπάρχει επειδή υπάρχει ενδιαφέρον να πιστέψουμε το ψέμα ότι έχουμε φτάσει στην κορυφή του ανθρώπινου πολιτισμού και, αν και δεν είναι τέλειο, είναι η καλύτερη επιλογή που έχουμε και οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική λύση θα μας οδηγήσει στο χάος.
Χωρίς να διαφαίνεται ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό γράφτηκε και ηχογραφήθηκε το O Cão de Toda Noite.»
Η ομορφιά του άλμπουμ έγκειται στο γεγονός ότι χαρακτηρίζεται από την ανάδειξη της αφοσίωσης, της αγνότητας, του δεσίματος, της κοινωνικοπολιτικής ευαισθησίας και του ενθουσιασμού των μουσικών που δημιούργησαν αυτό το μικρό Βραζιλιάνικο μουσικό θαύμα. Κάθε μία από τις οκτώ συνθέσεις του άλμπουμ διαθέτει χαρακτήρα και απόλυτο συγχρονισμό με την μελαγχολία της ζωής στον 21ο αιώνα.
Το σχήμα αναφέρει σχετικά:
« Ενώ στην προηγούμενη δισκογραφική δουλειά, Lado Turvo, ο Lugares Inquietos (Cloudy Side, Unquiet Places) (2016), η μπάντα ήθελε να μας δείξει μια πιο ενδοσκοπική και μελαγχολική πλευρά, κοιτάζοντας την κόλαση που συμβαίνει στο κεφάλι κάθε ατόμου, στο O Cão de Toda Noite αυτή η αντίληψη της μελαγχολίας επεκτείνεται και αντιμετωπίζεται ως κοινωνικό σύμπτωμα και υπάρχει επειδή υπάρχει το συμφέρον των ομάδων στην κοινωνία να την παράγουν και να το διαχειρίζονται. Υπάρχει επειδή υπάρχει ενδιαφέρον να γίνει η κοινωνία άρρωστη και αδρανής. Υπάρχει επειδή υπάρχει ενδιαφέρον να πιστέψουμε το ψέμα ότι έχουμε φτάσει στην κορυφή του ανθρώπινου πολιτισμού και, αν και δεν είναι τέλειο, είναι η καλύτερη επιλογή που έχουμε και οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική λύση θα μας οδηγήσει στο χάος.
Χωρίς να διαφαίνεται ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό γράφτηκε και ηχογραφήθηκε το O Cão de Toda Noite.»
Το
''O
Cão De Toda Noite
'' δεν είναι παρ' όλα αυτά πεσιμιστικός δίσκος παρόλο το πρωτογενές συναίσθημα απαισιοδοξίας που το τροφοδοτεί δημιουργικά.
Ακούγεται καλύτερα όταν ο ουρανός είναι βαρυφορτωμένος με σύννεφα ή/και όταν η νύχτα γίνει βαθιά (κοντά στο ξημέρωμα) στο αστικό περιβάλλον της εποχής είτε είναι στο Πεκίνο είτε στην Αθήνα είτε στην Fortaleza αλλά τέτοιοι δίσκοι, ρεαλιστικοί και αληθινοί, παραμένουν μαζί μας, «μουσική συντροφιά», για να περάσει το δύσκολο βράδυ, μέχρι το πρώτο φως της ημέρας.
«Είναι πράγματι ένας νυχτερινός δίσκος. Η απαισιοδοξία θέτει τον τόνο για τα περισσότερα από τα 50 λεπτά της μουσικής. Όπως και στους διάσημους στίχους του Carlos Drummond de Andrade:
''Την αυγή της ημέρας,
Περισσότερη νύχτα από την ίδια τη νύχτα''
Ακούγεται καλύτερα όταν ο ουρανός είναι βαρυφορτωμένος με σύννεφα ή/και όταν η νύχτα γίνει βαθιά (κοντά στο ξημέρωμα) στο αστικό περιβάλλον της εποχής είτε είναι στο Πεκίνο είτε στην Αθήνα είτε στην Fortaleza αλλά τέτοιοι δίσκοι, ρεαλιστικοί και αληθινοί, παραμένουν μαζί μας, «μουσική συντροφιά», για να περάσει το δύσκολο βράδυ, μέχρι το πρώτο φως της ημέρας.
«Είναι πράγματι ένας νυχτερινός δίσκος. Η απαισιοδοξία θέτει τον τόνο για τα περισσότερα από τα 50 λεπτά της μουσικής. Όπως και στους διάσημους στίχους του Carlos Drummond de Andrade:
''Την αυγή της ημέρας,
Περισσότερη νύχτα από την ίδια τη νύχτα''
Σχόλια